- ιμαοιδός
- ἱμαοιδός, ὁ (Α)αυτός που τραγουδά το ιμαίον* μέλος.[ΕΤΥΜΟΛ. < *ἱμαιο-αοιδός (< ἱμαῖος + ἀοιδός), με απλολογία].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ἱμαοιδός — one who sings the masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)